ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

Δικαίωμα του Καταναλωτή να επιλύσει τη διαφορά του με μια Επιχείρηση εκτός Δικαστηρίου: Εύκολα, Γρήγορα και Οικονομικά!

Oπερί της Εναλλακτικής Επίλυσης Καταναλωτικών Διαφορών Νόμος του 2017 (85(I)/2017) έδωσε νέα όπλα στους Καταναλωτές έναντι των Επιχειρήσεων. Ο Νόμος παρέχει το δικαίωμα σε περίπτωση που προκύπτουν διαφορές μεταξύ Καταναλωτή και Επιχείρησης να απευθύνονται εύκολα, γρήγορα και οικονομικά σε Φορέα Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών (ΕΕΔ) αντί να κινήσουν διαδικασίες ενώπιον του Δικαστηρίου.

ΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΕΣ;

Με βάση το Νόμο, Καταναλωτής είναι οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο το οποίο ενεργεί για σκοπούς που δεν εμπίπτουν στην εμπορική, επιχειρηματική, βιοτεχνική ή επαγγελματική του δραστηριότητα. Παράδειγμα αποτελεί ένας δανειολήπτης ο οποίος έκανε δάνειο με σκοπό την αγορά κατοικίας, κάποιος ο οποίος αγόρασε κατοικία, αυτοκίνητο, έπιπλα, ηλεκτρικά/ηλεκτρονικά είδη, ή αγόρασε υπηρεσίες – για παράδειγμα από αρχιτέκτονα ή από κλινική ή άλλη Επιχείρηση.

ΠΟΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ;

Οι Επιχειρήσεις περιλαμβάνουν φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ιδιωτικά ή δημόσια, τα οποία ενεργούν για σκοπούς που εμπίπτουν στο πλαίσιο της εμπορικής, επιχειρηματικής, βιοτεχνικής ή επαγγελματικής τους δραστηριότητας.

Παραδείγματα αποτελούν τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρείες, εργοληπτικές Επιχειρήσεις, κατασκευαστικές εταιρείες, ιδιωτικά νοσοκομεία, εκπαιδευτικά ιδρύματα, πωλητές οποιωνδήποτε προϊόντων όπως αυτοκινήτων, ηλεκτρικών ειδών κτλ.

Με βάση το Νόμο αυτό, ένας Καταναλωτής ο οποίος αγόρασε προϊόντα ή υπηρεσίες από μια Επιχείρηση και έχει παράπονο, έχει δύο βασικά δικαιώματα:

Πρώτον, έχει δικαίωμα να αποταθεί στην Επιχείρηση και η Επιχείρηση οφείλει να τον ενημερώσει για το Φορέα ή τους Φορείς ΕΕΔ από τους οποίους καλύπτεται. Αυτό σημαίνει ότι, σε περίπτωση που ένας Καταναλωτής έχει παράπονο από ένα προϊόν ή υπηρεσία που του έχει παρασχεθεί μπορεί να ζητήσει από την Επιχείρηση για να τον ενημερώσει αναφορικά με τον Φορέα ΕΕΔ από τον οποίο καλύπτεται.

Πολλές Επιχειρήσεις επιθυμούν να αναλάβουν δέσμευση να καλύπτονται από Φορέα ΕΕΔ επειδή για παράδειγμα οι διαδικασίες Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών είναι ταχύτερες από αυτές των δικαστηρίων και έχουν χαμηλότερο κόστος. Επίσης, τέτοιες διαδικασίες ΕΕΔ διεξάγονται και ολοκληρώνονται κατά τρόπο ιδιωτικό και εμπιστευτικό, χωρίς να βλάπτεται η φήμη της Επιχείρησης του εμπόρου (για παράδειγμα, μέσω αρνητικής δημοσιότητας). Τέλος, οι διαδικασίες ΕΕΔ είναι πιο ευέλικτες και φιλικές προς τα μέρη και αποφεύγουν τις άμεσες συγκρούσεις μεταξύ των μερών σε σύγκριση με εκείνες των δικαστηρίων.

Επιχειρήσεις οι οποίες επιθυμούν να διατηρήσουν πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών τους στο θέμα της επίλυσης διαφορών, επιθυμούν να ενταχθούν σε Φορέα ΕΕΔ.  Φορέας στην Κύπρο ο οποίος καλύπτει ΟΛΕΣ τις διαφορές (εκτός από ηλεκτρονικές επικοινωνίες και ταχυδρομεία), είναι το Κυπριακό Κέντρο Καταναλωτή για Εναλλακτική Επίλυση Διαφορών (Cyprus Consumer Center for Alternative Dispute Resolution)  

Δεύτερον, σε περίπτωση που μια τέτοια Επιχείρηση δεσμεύεται από Φορέα ΕΕΔ τότε ο Καταναλωτής με ελάχιστο κόστος μπορεί να λύσει τη διαφορά του εντός 90 ημέρων. Αυτό διότι ο Νόμος αναγκάζει τον Φορέα ΕΕΔ, να επιλύσει τη διαφορά εντός του πιο πάνω χρονικού διαστήματος.

Έστω και εάν η Επιχείρηση δεν δεσμεύεται από συγκεκριμένο Φορέα, ο Φορέας ΕΕΔ στον οποίο αποτείνεται ο Καταναλωτής, επικοινωνεί μαζί με την Επιχείρηση με σκοπό την επίλυση της συγκεκριμένης διαφοράς με την Επιχείρηση. Σε περίπτωση που η Επιχείρηση αρνηθεί να συνεργαστεί στα πλαίσια ΕΕΔ, ο Καταναλωτής διατηρεί το δικαίωμα του να προσφύγει στο Δικαστήριο.

Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι ένας Φορέας ΕΕΔ δεν υποχρεούται να εξετάζει την οποιαδήποτε διαφορά και έχει δικαίωμα να αρνηθεί να εξετάσει διαφορά όπου για παράδειγμα η διαφορά είναι επουσιώδης ή βασίζεται σε κακόβουλο παράπονο.

Οι πιο πάνω πληροφορίες δεν αποτελούν νομική συμβουλή.

Σχετικά Άρθρα